Η πρόγνωση του καιρού απασχολούσε τον άνθρωπο από την αρχαιότητα. Η πρόγνωση στηρίζονταν σε μέγιστο βαθμό στην καθημερινή παρατήρηση των καιρικών φαινομένων και ιδιαίτερα στα προμηνύματα του καιρού από τα «σημάδια της φύσης». Οι προγνώσεις τότε είχαν βραχυπρόθεσμο κυρίως χαρακτήρα , αφού τα σημάδια του καιρού, όπως η χροιά των νεφών , η εμφάνιση νεφών σε συγκεκριμένο γεωμορφολογικό χώρο , η όδευση του αέρα, το πέταγμα των πουλιών, αποτελούσαν τα βασικά όργανα παρατήρησης και όλα αυτά εμφανίζονταν λίγες ώρες, έως και ημέρες πριν την εκδήλωση των καιρικών φαινομένων. Αποτελούσε, όμως, μία σπουδαία διαδικασία που απαιτούσε βαθειά προσήλωση και αγάπη στη φύση και τα φαινόμενα της. Παράλληλα, ήταν και μία κορυφαία λειτουργία και ειδικά για την περίοδο του «χρυσού αιώνα», καθώς στήριζε και τιμούσε την εποχή εκείνη το θεσμό της Δημοκρατίας, αφού οι λαϊκές συνελεύσεις πραγματοποιούνταν σε ανοικτούς χώρους με τη συμμετοχή όλων των πολιτών οι οποίοι προφανώς βρίσκονταν εκτεθειμένοι στις εκάστοτε διαθέσεις του καιρού. Το σημαντικό, όμως, σε κάθε περίπτωση είναι ότι η διαδικασία της πρόγνωσης του καιρού κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα αποδεσμεύτηκε από την πεποίθηση ότι ο καιρός εξαρτάται από τη διάθεση των Θεών ή των μάγων και αναγνωρίστηκε ως επιστημονικό φαινόμενο που διέπεται από νόμους. Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και αστρονόμοι μετά από συστηματική παρατήρηση των καιρικών φαινομένων διατύπωσαν τις αρχές που τα διέπουν. Η στροφή αυτή προς την ορθολογιστική αντιμετώπιση των καιρικών φαινομένων εδραίωσε και την επιστήμη της μετεωρολογίας. Η ονομασία προήλθε από την αρχαία ελληνική λέξη «μετέωρα» που σημαίνει οτιδήποτε βρίσκεται στον ουρανό. Ο κλάδος της επιστήμης ο οποίος ασχολείται με τα φαινόμενα αυτά ονομάζεται Μετεωρολογία. Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθεί η ομολογία του Γερμανού καθηγητή Flohn, που αναφέρει ότι ο Ιπποκράτης είχε παρατηρήσει πρώτος την ύπαρξη αερίων μετώπων και είχε εξηγήσει πολύ ορθά τις καιρικές καταστάσεις που αυτά δημιουργούν κατά την διάβασή τους από τις διάφορες περιοχές.
Σήμερα η διαδικασία της πρόγνωσης του καιρού έχει αλλάξει, καθώς έχει πλέον επιστημονικό χαρακτήρα. Στην ανάπτυξη της μετεωρολογίας κατά τις αρχές του 20ου αιώνα συνέβαλε η εφεύρεση του ασύρματου και η πρόοδος της φυσικής, των μαθηματικών και της χημείας. Αν και η βάση της πρόγνωσης συνεχίζει να είναι η καθημερινή τακτική παρατήρηση του καιρού, η μετέπειτα διαδικασία στηρίζεται πλέον στην ανάπτυξη των φυσικών επιστημών και ιδιαίτερα των μαθηματικών, που κατόρθωσαν να προσομοιώσουν με μαθηματικές εξισώσεις όλες σχεδόν τις δυναμικές λειτουργίες τις ατμόσφαιρας. Η εξέλιξη στο χώρο των επιστημών συνεισέφερε στη δημιουργία προγνωστικών ατμοσφαιρικών μοντέλων που έχουν τη δυνατότητα να συνθέτουν μελλοντικές καταστάσεις της ατμόσφαιρας, ανοίγοντας έτσι το δρόμο και για την πρόγνωση του καιρού.
Σημαντικότατο ρόλο στην υλοποίηση όλου αυτού του σχεδιασμού διαδραμάτισαν και συνεχίζουν να συνεισφέρουν οι εξελίξεις στην ταχεία ανάπτυξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Με τις δυνατότητες και τα μέσα που διέθετε πλέον ο χώρος της πληροφορικής, η αριθμητική πρόγνωση σημείωσε σημαντικά βήματα αφού δημιουργήθηκε η υποδομή για ανάπτυξη και εφαρμογή πολύ αξιόπιστων ατμοσφαιρικών μοντέλων που μπορούσαν να προσομοιώνουν πλέον την ατμόσφαιρα με πολύ ρεαλιστικό τρόπο. Απαιτείται τεράστια υπολογιστική ισχύς για τη διαχείριση ενός μεγάλου όγκου μετεωρολογικών πληροφοριών που θα αποτελέσει τις αρχικές συνθήκες των σύνθετων μαθηματικών εξισώσεων, οι οποίες καθώς θα επιλύονται πολυεπίπεδα και με ταχύτατους ρυθμούς θα εξυπηρετούν τις ανάγκες της πρόγνωσης του καιρού σε μελλοντικό χρόνο.
Τεράστια, επίσης, στην πρόοδο της Μετεωρολογίας ήταν η συμβολή των παρατηρήσεων και πειραμάτων κατά τη διάρκεια του Διεθνούς Γεωφυσικού Έτους ( 1 Ιουλίου 1957 – 31 Δεκεμβρίου 1958 ), καθώς και το γεγονός ότι εκείνη τη χρονιά ετέθησαν σε τροχιά γύρω από τη γη οι πρώτοι τεχνητοί δορυφόροι για την έρευνα της γήινης ατμόσφαιρας και της περιοχής κοντά στα όρια του κοσμικού διαστήματος. Γενικώς, η συμβολή των τεχνητών δορυφόρων στη Μετεωρολογία ήταν τόσο επιτυχής, ώστε κατασκευάστηκαν και ειδικοί μετεωρολογικοί δορυφόροι, τόσο από τους Αμερικάνους όσο και από τους Ρώσους . Οι δορυφόροι αποστέλλουν φωτογραφίες όχι μόνο της επιφάνειας της γης, αλλά και των νεφικών συστημάτων, που καλύπτουν ορισμένες περιοχές της, παρέχοντας έτσι μια συνολική εικόνα για τη νεφική κάλυψη της γης πολλές φορές την ημέρα. Αυτό είναι μια πολύ σημαντική βοήθεια στην καθημερινή υπηρεσία του καιρού. Εκτός αυτού, από τις παρατήσεις των μετεωρολογικών δορυφόρων μπορούμε να υπολογίσουμε το θερμικό ισοζύγιο γης – διαστήματος, δηλαδή το ποσό της ηλιακής ακτινοβολίας η οποία εισέρχεται εντός της ατμόσφαιρας, καθώς και το ποσό ακτινοβολίας το οποίο εκπέμπει η γη στο διάστημα.
Ένας μεγάλος όγκος δεδομένων από καθημερινές τακτικές μετεωρολογικές παρατηρήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, τροφοδοτεί τα ατμοσφαιρικά προγνωστικά μοντέλα τα οποία σε μικρό σχετικά χρόνο, μετά από πολύπλοκες διεργασίες παράγουν τις νέες ατμοσφαιρικές συνθήκες μελλοντικού χρόνου σε μορφή μετεωρολογικών χαρτών, διαγραμμάτων και αριθμητικών δεδομένων για κάθε σημείο του πλανήτη. Οι εξειδικευμένοι μετεωρολόγοι προγνώστες καλούνται να επεξεργασθούν όλες αυτές τις πληροφορίες και να παράγουν προγνωστικά δεδομένα του καιρού τα οποία να είναι απόλυτα κατανοητά από το κοινό. Με την εξέλιξη των δυνατοτήτων των ηλεκτρονικών υπολογιστών δίδεται πλέον η δυνατότητα παραγωγής προγνωστικών στοιχείων χωρίς την παρέμβαση του μετεωρολόγου προγνώστη. Απαιτείται όμως πολύς δρόμος ακόμη έως ότου οι παραγόμενες προγνώσεις των υπολογιστικών μηχανών να υποκαταστήσουν τους μετεωρολόγους προγνώστες, οι οποίοι μπορούν να εκδίδουν επιχειρησιακές προγνώσεις μεγάλης αξιοπιστίας συνδυάζοντας τις μελλοντικές ατμοσφαιρικές συνθήκες με τη γεωμορφολογία του τόπου για τον οποίο καλούνται να εκδώσουν προγνώσεις.
Η αβεβαιότητα στις μελλοντικές ατμοσφαιρικές διεργασίες προσδίδει αυτόματα στις προγνώσεις του καιρού την πιθανότητα αποτυχίας, ιδιαίτερα στις μακροχρόνιες προβλέψεις. Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα αυτή, τα ατμοσφαιρικά προγνωστικά μοντέλα καιρού εκτελούν δύο πλήρης κύκλους αναπαραγωγής προγνωστικών στοιχείων στη διάρκεια του 24ώρου, ανανεώνοντας με τον τρόπο αυτό τα προγνωστικά δεδομένα και οδηγώντας έτσι σε ασφαλέστερες και πιο αξιόπιστες προγνώσεις του καιρού. Παγκοσμίως η επιτυχία των προγνώσεων σε σύντομο χρονικό ορίζοντα (έως και 36 ωρών) ξεπερνά σε ποσοστό επιτυχίας το 95 % σε ετήσιο κύκλο προγνώσεων. Προφανώς, σε πιο μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, το ποσοστό επιτυχίας μειώνεται καθιστώντας έτσι αναγκαία την καθημερινή έκδοση προγνώσεων προκειμένου να διασφαλίζεται η εγκυρότητα και η αξιοπιστία τους.
Η ανάπτυξη και επιχειρησιακή χρήση των σύγχρονων μετεωρολογικών μοντέλων θα συμβάλλει σημαντικά στη βελτίωση της πρόγνωσης του καιρού κυρίως σε τοπικό επίπεδο και κατά συνέπεια στην αποτελεσματικότερη υποστήριξη των περισσότερων κλάδων της οικονομίας. Το μέλλον της Μετεωρολογίας για τον 21ο αιώνα προβλέπεται εξαιρετικά ευοίωνο. Η συνεχιζόμενη ανάπτυξη των μεθόδων φυσικής έρευνας , των μαθηματικών εφαρμογών και των ηλεκτρονικών υπολογιστών θα συντελέσουν στην πρόοδο της μετεωρολογίας και στη λύση ενός μεγάλου αριθμού δύσκολων προβλημάτων, τα οποία απασχολούν την επιστήμη του καιρού και του κλίματος και θα μας οδηγήσουν σε πιο ασφαλείς προγνώσεις, με μεγαλύτερη ακρίβεια και μεγαλύτερο βάθος χρόνου.